to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Η αυστηροποίηση του ποινικού κώδικα ως έδαφος άνθησης των slapps

Με τον πρόσφατο ν. 5090/2024 του υπουργείου Δικαιοσύνης καταργήθηκε το έγκλημα της απλής δυσφήμησης. Τώρα λοιπόν που εγκατέλειψε τα «ποινικά εγκόσμια» ένα από τα εγκλήματα το οποίο συχνά αποδιδόταν σε δημοσιογράφους, μήπως θα διευκολυνθεί η άσκηση της κριτικής δημοσιογραφίας;


Δυστυχώς φαίνεται ότι μαζί με το έγκλημα της δυσφήμησης δεν πρόκειται να «μας αφήσει χρόνους» και η καταπιεστική προς την ελεύθερη έκφραση και ανταπόκριση του Τύπου εργαλειοποίηση της Δικαιοσύνης. Κατ’ αρχάς η απειλή της ποινικής καταστολής για τα εγκλήματα κατά της τιμής διατηρείται στον Ποινικό Κώδικα λαμβάνοντας νέο σχήμα, ενώ η γενική αυστηροποίηση των ποινών, ιδίως η απειλή εγκλεισμού στη φυλακή, καταλαμβάνει και τις πράξεις για τις οποίες συχνά κατηγορούνται δημοσιογράφοι. Ιδιαίτερα σημαντικές συνέπειες επέρχονται σε ένα άλλο δικαιικό πεδίο, στο αστικό δίκαιο, που επηρεάζεται από τις πρόσφατες αλλαγές στην ποινική νομοθεσία. Ειδικότερα, αν γίνει δεκτή η άποψη ότι οι πράξεις που υπάγονταν στη δυσφήμηση θα καλύπτονται πλέον από το έγκλημα της εξύβρισης, τότε οι σχετικές προσβολές της τιμής δεν έμειναν ανέγκλητες, αλλά εξακολουθούν να συνιστούν έγκλημα αλλάζοντας «στέγη», απειλούμενες κατ’ αρχάς με ελαφρύτερη ποινή (φυλάκιση έως 1 έτος ή χρηματική ποινή). Από αυτές τιμωρούνται αυστηρότερα (φυλάκιση έως 2 έτη ή χρηματική ποινή) οι προσβολές που αφορούν σχέσεις ιδιωτικού ή οικογενειακού βίου. Παραμένει άλλωστε η απειλή φυλάκισης από 6 μήνες έως 5 έτη και χρηματικής ποινής για το έγκλημα της δημόσιας ή μέσω του διαδικτύου τέλεσης συκοφαντικής δυσφήμησης.

Ομως τα πάντα αλλάζουν στη χορήγηση της αναστολής, που παύει να είναι ο κανόνας ακόμη και στη χαμηλή εγκληματικότητα. Πλέον το δικαστήριο θα πρέπει πρώτα να κρίνει ότι δεν είναι αναγκαία η εκτέλεση της ποινής για να αποτραπεί ο δράστης από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων. Ετσι η γενική αυστηροποίηση των κριτηρίων χορήγησης της -όπως και της μετατροπής της ποινής σε κοινωφελή εργασία- είναι δυνατό να οδηγήσει σε εγκλεισμούς κατηγορουμένων στη φυλακή ακόμη και για πράξεις των οποίων οι κυρώσεις έχουν στο μεταξύ μειωθεί (λ.χ. προσβολές που «μετακινούνται» από τη δυσφήμηση στην εξύβριση). Ή ακόμη και για πράξεις για τις οποίες δεν απειλείται ποινή άνω του 1 έτους -οπότε δεν θα προέκυπτε ζήτημα έκτισης- αν τυχόν έχουν σωρευτεί περισσότερες προηγούμενες καταδίκες για αντίστοιχα εγκλήματα ή και για άσχετες πράξεις (λ.χ. σωματική βλάβη από αμέλεια κατά την οδήγηση).

Σε κάθε περίπτωση αν επιβληθεί ποινή πάνω από 1 έτος αυτή δεν μπορεί ποτέ να ανασταλεί. Η ποινή έως 2 έτη μετατρέπεται σε χρηματική, από 10€ έως 100€ ανά ημέρα, συν την προσαύξηση που υπερδιπλασιάζει το καταβλητέο ποσό, εκτός αν το δικαστήριο κρίνει ότι ο δράστης θα αποτραπεί από την τέλεση νέων εγκλημάτων μόνο αν εκτίσει μερικά ή ολικά την ποινή. Για ποινή μεταξύ 2 έως 3 ετών το δικαστήριο μπορεί να κρίνει ότι είναι αναγκαία η έκτιση μέρους της, από 30 ημέρες έως 6 μήνες, κι αν η ποινή υπερβαίνει τα 3 έτη, τότε να διατάξει υποχρεωτικά την πραγματική έκτιση της, εκτός αν κρίνει επαρκή την έκτιση 1/5 έως 3/10 αυτής.

Βέβαια οι μηνύσεις συνοδεύονται συνήθως και από αγωγές, αφού τα «προσβλητικά» περιστατικά συγκροτούν τόσο ποινικό όσο και αστικό αδίκημα. Εδώ, αναδεικνύεται το κύριο σημείο του ενδιαφέροντός μας. Με τον πρόσφατο νόμο καταργήθηκε και το άρθρο 367 ΠΚ, που αφορούσε την άρση του άδικου χαρακτήρα του εγκλήματος προσβολής της τιμής λόγω «δικαιολογημένου ενδιαφέροντος». Αιτιολογία για αυτό ήταν το ότι το επέβαλε η κατάργηση της δυσφήμησης ως εγκλήματος, το οποίο κάλυπτε η διάταξη αυτή. Ομως η δυσφήμηση υφίσταται και ως αστικό αδίκημα και μάλιστα δυνατό να τελεστεί και από αμέλεια. Ετσι καταργώντας το άρθρο 367 ΠΚ ο νομοθέτης κατήργησε όχι μόνο μια διάταξη με ποινικό ενδιαφέρον, αλλά μια διάταξη που στο πλαίσιο της «ενότητας του δικαίου» εφαρμοζόταν αναλογικά και στον χώρο του ιδιωτικού δικαίου και αξιοποιούνταν αμυντικά ως ένσταση στις αστικές διαφορές που δημιουργούνταν από προσβολές της προσωπικότητας που φέρονταν μετά από αγωγή ενώπιον των αστικών δικαστηρίων.

Πλείστοι δημοσιογράφοι έχουν κατά καιρούς επικαλεστεί ακριβώς αυτή τη διάταξη για να στηρίξουν στην ύπαρξη δικαιολογημένου ενδιαφέροντος ενημέρωσης του κοινού την άσκηση της «προκλητικής», ερευνητικής δημοσιογραφίας τους. Είναι κάτι περισσότερο από αναμενόμενο ότι η κατάργησή του αφήνει ένα κενό που αν δεν καλυφθεί γρήγορα ερμηνευτικά, θα διευκολύνει τις λεγόμενες SLAPPs, δηλ. τις αγωγές που κατατίθενται μαζικά και επαναλαμβανόμενα ως μια στρατηγική εξουθένωσης ή εξουδετέρωσης δημοσιογράφων, ώστε να πάψουν να επιτελούν τον κριτικό τους ρόλο υπό την απειλή αποζημιώσεων και κυρώσεων ή λόγω του εγκλωβισμού τους σε δικαστικές διαδικασίες.

Συνεπώς η επικέντρωση στην κατάργηση του εγκλήματος της δυσφήμησης με τον πρόσφατο ν. 5090/2024 δεν μπορεί να αφήσει απαρατήρητη την κατακόρυφη αύξηση των πιθανοτήτων φυλάκισης δημοσιογράφων για τα υφιστάμενα εγκλήματα κατά της τιμής ή για άλλα εγκλήματα που αποδίδονται σε ερευνητικούς δημοσιογράφους μέσω της αυστηροποίησης του θεσμού της αναστολής. Αλλωστε όχι μόνο δεν υπήρξε πρόνοια για μια συστηματική και έγκαιρη διαδικαστικά αντιμετώπιση των SLAPPs -ζήτημα που απασχολεί και την Ε.Ε. η οποία έχει συγκροτήσει ομάδα ειδικών για την ανάληψη νομοθετικών πρωτοβουλιών-, αλλά «ανεπαισθήτως» αφαιρέθηκε από την υπερασπιστική φαρέτρα των δημοσιογράφων μια ζωτικής σημασίας ένσταση που μπορούσαν να ασκούν στη δίκη αποκρούοντας αγωγές αποζημίωσης. Αυτή η εξέλιξη θα αναχαιτίσει και θα υποβαθμίσει κι άλλο τον ρόλο τους ως «φυλάκων» (watchdogs) της δημόσιας και πολιτικής ζωής.

* Δικηγόρος, τ. γ.γ. υπουργείου Δικαιοσύνης, ΔΑΔ

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)