to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

10:55 | 07.03.2024

Οικονομία

Handelsblatt: Η κυβέρνηση Μητσοτάκη διπλασίασε τις golden visa με τιμές και ενοίκια να καλπάζουν

Ακριβότερη 71% στην 7ετία η αγορά, ως 56% στην 5ετία η ενοικίαση στην Αττική - Χιλιάδες ακίνητα εμπλέκονται στις golden visa που πέρυσι έφτασαν τις 4.231


Ευθείες βολές προς την κυβέρνηση Μητσοτάκη για την επιλογή της να επιταχύνει και διευρύνει την πρακτική της golden visa προς πολίτες χωρών εκτός ΕΕ που αγοράζουν ακίνητα στην Ελλάδα, εξαπολύει με δημοσίευμά της η γερμανική Handelsblatt.

Όπως αναφέρει, πέρυσι εκδόθηκαν 4.231 άδειες σε επενδυτές, που απέκτησαν ακίνητα στην Ελλάδα, με την μερίδα του λέοντος αυτών των επενδύσεων να κατευθύνεται στην Αττική και την περιοχή της πρωτεύουσας. Συνολικά, το 2023 εκτιμάται ότι 7% των συνολικών συναλλαγών ακινήτων στην Ελλάδα αφορούσε κάποια golden visa.

Είναι η ίδια περιοχή που όπως αναφέρει η γερμανική εφημερίδα παρουσιάζει εκρηκτική αύξηση στο κόστος στέγασης. «Σύμφωνα με υπολογισμούς της Τράπεζας της Ελλάδας, οι τιμές των διαμερισμάτων στην Αττική έχουν αυξηθεί κατά 71% από το 2017. Τα ενοίκια έχουν αυξηθεί έως και 56% τα τελευταία πέντε χρόνια. Σύμφωνα με μελέτη, αυτή τη στιγμή υπάρχει έλλειψη 212.000 διαμερισμάτων στην Ελλάδα».

Το δημοσίευμα «στοχοποιεί» κυρίως τις επενδύσεις από την Κίνα, που αποτελούν το 61% των golden visa στην Ελλάδα, δεκαπλάσιες από την δεύτερη Τουρκία.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη συμμετέχει σε μία πρακτική που διεθνώς στοχοποιείται ως μετατροπή του δικαιώματος διαμονής σε χώρα της ΕΕ σε ένα «είδος πολυτελείας για τους πλούσιους που μπορεί να αγοραστεί», ενώ ταυτόχρονα «ευνοεί το ξέπλυμα χρήματος» αναφέρει η Handelsblatt.

Καυτηριάζεται επίσης ο ρόλος που παίζουν στην έκρηξη του κόστους στέγασης οι βραχυπρόθεσμες μισθώσεις, οι οποίες εμπλέκουν περίπου 170.000 διαμερίσματα.

Δύο φορές ταχύτερα από τους μισθούς αυξάνονται οι τιμές των ακινήτων στην Ελλάδα

Σημειώνουμε σχετικά ότι όλοι οι σχετικοί δείκτες επιδεινώνονται για τα ελληνικά νοικοκυριά:

  • Η αναλογία μισθών – τιμών ακινήτων, η οποία επιδεινώνεται συνεχώς την τελευταία 4ετία. Από το 2020 μέχρι σήμερα, ο μέσος μισθός έχει αυξηθεί κατά 19% με βάση τα επίσημα στοιχεία από το σύστημα «Εργάνη». Από τα 1.050 ευρώ που ήταν ο μέσος μισθός το 2020, έφτασε στα 1.250 ευρώ στο τέλος του 2023. Στο ίδιο διάστημα όμως οι τιμές των ακινήτων αυξήθηκαν από 35% έως 40%, ανάλογα με την ηλικία του ακινήτου. Αυτό σημαίνει ότι απαιτείται «δέσμευση» εισοδήματος για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα προκειμένου να καλυφθεί η ανάγκη της στέγασης.

  • Η τάση να «σπάνε» τα νοικοκυριά συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό. Αυτό σημαίνει ότι η χώρα μετράει μεγαλύτερο αριθμό νοικοκυριών παρά τη μείωση του πληθυσμού, κάτι που αποδίδεται στην επιλογή ολοένα και περισσότερων να ζουν μόνοι τους. Εκτιμάται ότι τουλάχιστον το ένα στα τρία νοικοκυριά είναι πλέον μονομελές, κάτι που προκύπτει και από την απογραφή του πληθυσμού, όπως επίσης και από τις φορολογικές δηλώσεις.

  • Τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων έχουν αυξηθεί πάνω από 2,5 μονάδες, καθιστώντας ακόμη πιο δυσχερή την απόκτηση ιδιόκτητης στέγης με δάνειο. Ο συνδυασμός της αύξησης του κόστους του χρήματος και της αύξησης των τιμών των ακινήτων εκτοξεύει το τελικό κόστος για τον υποψήφιο αγοραστή, με αποτέλεσμα η αποπληρωμή της επένδυσης να ξεπερνά πλέον και τα 30 χρόνια, ακόμη και αν ο αγοραστής καταβάλλει το 40% του ετήσιου εισοδήματός του.

  • Για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες καταγράφεται πτώση στα ποσοστά ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα. Τα υψηλά ποσοστά ιδιόκτητης στέγης ήταν ανέκαθεν ένα «όπλο» για τη διασφάλιση του οικογενειακού εισοδήματος. Τώρα, αυτό το πλεονέκτημα φαίνεται να εξασθενεί. Η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει υψηλότερα ποσοστά σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, όμως ειδικά τα τελευταία 3-4 χρόνια είναι σε εξέλιξη μια διαδικασία «σύγκλισης».

Οι επιπτώσεις από το συνεχιζόμενο ράλι στις τιμές των ακινήτων είναι αλυσιδωτές. Η όξυνση του στεγαστικού προβλήματος είναι η μία διάσταση. Ωστόσο, ανακύπτουν και άλλα θέματα: Γίνεται ακόμη μεγαλύτερη η ανάγκη να αναζητηθούν δημοσιονομικοί πόροι για τη χρηματοδότηση μέτρων που θα περιορίσουν την έκταση του προβλήματος.

Από την άλλη, αύξηση των εμπορικών αξιών σημαίνει και «πίεση» για νέα αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων. Ήδη, έχουν συμπληρωθεί τρία χρόνια από την τελευταία αναπροσαρμογή και το γεγονός ότι σε αυτό το διάστημα οι εμπορικές τιμές ανέβηκαν ακόμη και κατά 40% δημιουργεί το εύλογο ερώτημα αν (και πότε) το υπουργείο Οικονομικών θα προχωρήσει στην αναθεώρηση των αντικειμενικών αξιών, συνδυάζοντας ενδεχομένως την όποια αλλαγή και με αναπροσαρμογή των συντελεστών υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)